Προς τους Αρχηγούς Κρατών και Κυβερνήσεων που συμμετέχουν στη Σύνοδο Κορυφής της Ευρωζώνης:
27 Ιουνίου 2018
Χρόνια μετά την απαρχή της οικονομικής κρίσης, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο και η Σύνοδος Κορυφής της Ευρωζώνης του Ιουνίου του 2018 ετοιμάζονται εκ νέου να επικεντρωθούν στον τρόπο προόδου της Οικονομικής και Νομισματικής Ένωσης (ΟΝΕ) και στις απαιτούμενες θεσμικές μεταρρυθμίσεις. Τόσο από την Αναφορά των Πέντε Προέδρων, όσο και από τo έγγραφο προβληματισμού και τις σχετικές προτάσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, το όραμα που παρουσιάστηκε από τον Πρόεδρο Macron, την Ατζέντα των Αρχηγών του Συμβουλίου και από τις πολύ-αναμενόμενες Γαλλο-Γερμανικές προτάσεις επί της αναμόρφωσης της ΟΝΕ, δύο πράγματα καθίστανται σαφή πέραν πάσης αμφιβολίας:
1) Τα Κράτη-Μέλη δεν διαθέτουν μία κοινή αντίληψη για το τι απαιτείται, ώστε να καταστεί βιώσιμη η ΟΝΕ
2) Υπάρχει σημαντική έλλειψη εμπιστοσύνης, τόσο στο «Βορρά» όσο και στο «Νότο», η οποία συνιστά εμπόδιο στην περαιτέρω αναμόρφωση.
Οι Ιταλικές εκλογές και οι επιστολές από τους Γερμανούς οικονομολόγους δείχνουν για ακόμη μια φορά ότι η εμπιστοσύνη μεταξύ των κρατών-μελών της Ευρωζώνης, καθώς και του εκλογικού σώματος, είναι χαμηλή. Αυτό ισοδυναμεί με ξεκάθαρη πολιτική πρόκληση αναφορικά με την επιβίωση του ευρώ, συγκρίσιμη με την οικονομική πρόκληση ενάντια στο ενιαίο νόμισμα εν μέσω της κρίσης. Μονομερείς έξοδοι και άτακτες χρεοκοπίες δεν δύνανται να αποκλεισθούν.
Η εν λόγω έλλειψη εμπιστοσύνης έχει διαβρωτικές, μακροπρόθεσμες συνέπειες στην αντίληψη των πολιτών για το ευρώ και τη νομιμότητά του. Η αποφυγή σημαντικών μεταρρυθμίσεων δεν συμβάλλει στην αποκατάσταση της εμπιστοσύνης. Τούτη θα διακυβευθεί περαιτέρω στην περίπτωση μιας επόμενης, αναπόφευκτης, κρίσης.
Πέρα από την δια της επίτευξης οικονομικής ανάπτυξης και απασχόλησης αποκατάσταση της εμπιστοσύνης στην διακυβέρνηση του ευρώ, τούτη μπορεί να αποκατασταθεί, εφόσον εκείνοι που λαμβάνουν τις αποφάσεις δείξουν ότι λογοδοτούν. Αυτό περιλαμβάνει την αποσαφήνιση των υποχρεώσεων, των δομών λήψης αποφάσεων και των μηχανισμών που καθιστούν όσους λαμβάνουν αποφάσεις υπόλογους στους πολίτες και τους εκπροσώπους τους.
Παρότι τούτες οι απαιτήσεις φαίνονται ευλόγως προφανείς, η παρούσα διακυβέρνηση του ευρώ είναι ένα υβρίδιο μεταξύ των κανόνων της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των ανεπίσημων διακυβερνητικών συμφωνιών που συνήφθησαν στο Eurogroup. Δεδομένου του υφιστάμενου βαθμού διαφάνειας, δεν είναι καθόλου σαφές αν το Eurogroup λαμβάνει αποφάσεις, δεδομένου ότι είναι μετά βίας νομίμως εξουσιοδοτημένο να πράττει κάτι τέτοιο. Ως εκ τούτου, το Eurogroup δεν λογοδοτεί σε κανέναν• και προκύπτει ξεκάθαρα ότι το να παραμένουν οι υπουργοί υπόλογοι σε εθνικό επίπεδο για αποφάσεις που έλαβαν από κοινού σε ευρωπαϊκό επίπεδο δεν είναι αποτελεσματικό.
Ο επιμερισμός ευθυνών είναι περαιτέρω περίπλοκος, λόγω της έλλειψης σαφήνειας περί του ποιος είναι υπεύθυνος για πολιτικές τόσο θεμελιώδεις όσο η δημοσιονομική πολιτική, η οποία είναι κυριολεκτικά υπεύθυνη για το σύνολο των δημοσίων υπηρεσιών. Παρότι αρχικά εθνική αρμοδιότητα, οι βάσει της Συνθήκης υποχρεώσεις περί χρέους και ελλειμμάτων έχουν πλέον καταστεί εφαρμοστέες περισσότερο μέσω κυρώσεων και προστίμων. Το Ευρωπαϊκό Εξάμηνο, το οποίο προβλέπεται να δομήσει και να νομιμοποιήσει αυτή την καινοτομία, είναι, ωστόσο, τόσο δύσκολο διαδικαστικά, ώστε θολώνει την αλληλεπίδραση μεταξύ των κρατών-μελών, της Επιτροπής, του Eurogroup και του Συμβουλίου. Όταν οι ειδικοί διαφωνούν για το κατά πόσο η δημοσιονομική πολιτική είναι ακόμα εθνική ή κοινή αρμοδιότητα, δεν είναι πλέον σαφές ποιος είναι υπεύθυνος.
Καθώς η πολυμερής τάξη των πάντων, από το εμπόριο μέχρι την κλιματική πολιτική, τις συμμαχίες ασφαλείας και το G7, είναι υπό απειλή, γίνεται όλο και πιο σαφές ότι, προκειμένου η Ευρωπαϊκή Ένωση και η Ευρωζώνη να επιβιώσουν, η συνεργασία είναι το κλειδί. Το συνταγματικό οικοδόμημα της Ευρωπαϊκής Ένωσης αντανακλά για καιρό την αντίληψη ότι η καθαρά διακυβερνητική συνεργασία οδηγεί σε δημοκρατικό έλλειμμα, οδηγώντας στην ανάπτυξη των αντιπροσωπευτικών θεσμών, για να διασφαλιστεί ότι η ευθύνη μπορεί να αποδοθεί ανάλογα με το επίπεδο λήψης αποφάσεων, συμπεριλαμβανομένου του υπερεθνικού επιπέδου.
Είναι καιρός τούτο να επεκταθεί στην καθόλα σημαντική σφαίρα της διακυβέρνησης της Ευρωζώνης. Κάτι τόσο σημαντικό όσο το ενιαίο νόμισμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης δεν μπορεί να απομονωθεί από τους μηχανισμούς της Ευρωπαϊκής διακυβέρνησης. Οι προφανείς διανεμητικές συνέπειες του εν λόγω ζητήματος έχουν περαιτέρω επιδεινώσει το πρόβλημα συντονισμού μεταξύ του Ευρωπαϊκού και των εθνικών επιπέδων.
Είναι κατανοητό ότι τα δημοσιονομικά ζητήματα χτυπούν την καρδιά της εθνικής κυριαρχίας και, συνεπώς, τούτη θα διαφυλαχτεί με ζήλο. Ωστόσο, η διακυβέρνηση της Ευρωζώνης δεν μπορεί να έχει πολλαπλές κατευθύνσεις. Αποφάσεις τέτοιου βεληνεκούς δεν μπορούν να «συντονιστούν» σε Ευρωπαϊκό επίπεδο, ενόσω δεν γίνεται αποδεκτή η ένταξη δημοκρατικού ελέγχου αναλογικά.
Ενόψει του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου του Ιουνίου και την περαιτέρω διαδικασία εμβάθυνσης στην ΟΝΕ, καλούμε τους αρχηγούς να:
– Εστιάσουν τις προσπάθειες αναμόρφωσης της Ευρωζώνης στην αποκατάσταση της εμπιστοσύνης των Ευρωπαίων πολιτών.
– Διασφαλίσουν την ευθύνη ανάλογα με το επίπεδο στο οποίο λαμβάνονται αποτελεσματικά οι αποφάσεις, περιλαμβάνοντας την θεσμοθέτηση του Eurogroup και την ενδυνάμωση του ρόλου του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, ιδιαίτερα κατά τη διαδικασία διορισμού της ηγεσίας της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας.- Αποσαφηνίσουν δημοσιονομικούς και μακροοικονομικούς κανόνες, προκειμένου να ενισχυθεί η νομιμότητα της Επιτροπής και να γίνει η διαδικασία του Ευρωπαϊκού Εξαμήνου πιο κατανοητή και περιεκτική.
– Αξιοποιήσουν τις υπάρχουσες δομές σε ευρωπαϊκό επίπεδο, όταν συστήνουν νέα όργανα όπως το Ενιαίο Ταμείο Εξυγίανσης, τον προϋπολογισμό της Ευρωζώνης ή κάποιο ταμείο για δύσκολους καιρούς, διευκολύνοντας τη λογοδοσία τόσο προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο όσο και προς το Συμβούλιο• επίσης, να αξιοποιήσουν τους φύλακες των θεσμών, όπως τον Ευρωπαίο Διαμεσολαβητή και το Ελεγκτικό Συνέδριο.
– Εδραιώσουν καλύτερα την πολιτική ευθύνη της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, προκειμένου να προστατευτεί η ανεξαρτησία και η νομιμότητά της, ενόψει των διαρκώς διευρυνόμενων καθηκόντων της.
Η εμβάθυνση της ΟΝΕ θα πρέπει να οδηγεί σε μια διακυβέρνηση διαφανή, υπεύθυνη και δημοκρατική, όπως έχει ήδη εκθέσει το Δίκτυο για την Ευρωζώνη, στο οποίο συμμετέχουμε: www.transparency.eu/eurozone-manifesto