Πρόσφατη μελέτη (Απρίλιος 2022) που πραγματοποίησε η Διεθνής Διαφάνεια Ελλάς σε συνεργασία με το Πανεπιστήμιο Μακεδονίας, εκτιμά πως ο μέσος όρος του μεγέθους της παραοικονομίας στην Ελλάδα, για την περίοδο 1980-2020, ανέρχεται σε 28.5% του ΑΕΠ, με μέσο ετήσιο ρυθμό μείωσης 0,41%. Το 2020, το μέγεθος της παραοικονομίας στην Ελλάδα διαμορφώθηκε στο 26% του ΑΕΠ (ποσοστό κοντά σε αντίστοιχα αναπτυσσόμενων χωρών), και προβλέπεται ότι θα παραμείνει στα ίδια περίπου επίπεδα τουλάχιστον μέχρι το 2027.
Το μέγεθος της αυτο-απασχόλησης καταδεικνύεται ως ο πιο σημαντικός παράγοντας του μεγέθους της παραοικονομίας. Όσον αφορά στη φορολογική επιβάρυνση, μόνο η επιβάρυνση των κοινωνικών εισφορών φαίνεται να αποτελεί καθοριστική αιτία.
Η μελέτη εξετάζει για πρώτη φορά το ρόλο του πολιτικού συστήματος στην παραοικονομία. Κυβερνήσεις με πολιτικές εστιασμένες στην ενδυνάμωση του κράτους πρόνοιας φαίνεται ότι συνέβαλλαν περισσότερο στη μείωση της παραοικονομίας, πιθανά μέσω της ενίσχυσης του κλίματος εμπιστοσύνης των πολιτών και του αισθήματος ανταποδοτικότητας από το κράτος.
Αυτό που διαφοροποιεί την παρούσα μελέτη από προηγούμενες είναι η εύρεση μιας αρνητικής σχέσης μεταξύ ανεργίας και παραοικονομίας. Αυτό το εύρημα, σε συνδυασμό με την επίδραση της αυτο-απασχόλησης και των κοινωνικών εισφορών, καταδεικνύει πως η παραοικονομία στην Ελλάδα παρακινείται κυρίως από το πλαίσιο της αγοράς εργασίας και όχι την ανεργία. Η σχέση υποκατάστασης μεταξύ ανεργίας και παραοικονομίας αντανακλάται ιδιαίτερα κατά την περίοδο της οικονομικής κρίσης. Η έρευνα δείχνει, επίσης, μία συμπληρωματική (θετική) σχέση ανάμεσα στην επίσημη και ανεπίσημη οικονομία.
Η πανδημία δεν φαίνεται να προκάλεσε μεγάλες διαφοροποιήσεις στο μέγεθος της παραοικονομίας. Η παράλληλη οικονομική και ψυχολογική καθίζηση και οι εκτεταμένες κρατικές οικονομικές ενισχύσεις φαίνεται πως συγκράτησαν μια πιθανή αύξηση του μεγέθους της.